Στρατηγός Γεώργιος Γρίβας Διγενής, «Το Άξιον Τέκνον Πατρίδος»

Ήταν μεσημέρι της 27ης Ιανουαρίου 1974, όταν ο άνθρωπος που αφιέρωσε τη ζωή του στο μέτωπο κάθε αγώνα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, πέρασε στην αθανασία. Η λαμπρή αυτή μορφή είδε το πρώτο φως του ήλιου στις 5 Ιουλίου 1897. Ο Γεώργιος Γρίβας έζησε τα παιδικά του χρόνια στο χωριό Τρίκωμο, της επαρχίας Αμμοχώστου. Τελείωσε το σχολείο το 1916 και έπειτα άνοιξε τον δρόμο για ένα λαμπρό μέλλον, γεμάτο αγώνες και θυσίες για την πατρίδα, για τα ιδανικά και τις αξίες που κουβαλούσε μέχρι την τελευταία του πνοή.

Αφού τελείωσε το σχολείο εισήχθη στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, από την οποία αποφοίτησε με άριστα, το 1919, με τον βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Οι ικανότητές του έγιναν σύντομα αντιληπτές και έτσι κλήθηκε από την πατρίδα να πολεμήσει στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Για τη δράση του παρασημοφορήθηκε και προάχθηκε σε υπολοχαγό, αφού ο λόχος του ήταν από τους τελευταίους που αποσύρθηκαν από τα εδάφη της της Μ. Ασίας. Αργότερα, επιλέχθηκε να φοιτήσει στη Γαλλική Ακαδημία Πολέμου, όπου προάχθηκε σε λοχαγό και ταγματάρχη. Με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μετατέθηκε στη διεύθυνση επιχειρήσεων του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Κατά την Ιταλική εισβολή εναντίον της Ελλάδας ο Γρίβας μετατέθηκε στο Αλβανικό Μέτωπο, ύστερα από αλλεπάλληλα αιτήματα του, όπου και υπηρέτησε ως επιτελάρχης της δεύτερης μεραρχίας. Μαζί με πολλά άλλα παλικάρια, έγραψε στα βουνά της Ηπείρου μια από τις πιο ένδοξες σελίδες της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, ενάντια στις δυνάμεις του Άξονα.

Ο Διγενής δεν ξέχασε ποτέ την ιδιαίτερη του πατρίδα και γι’ αυτό εξακολουθούσε να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και τα γεγονότα. Μετά το Ενωτικό δημοψήφισμα, τον Ιανουάριο του 1950 και την άρνηση των Άγγλων να παραχωρήσουν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης στον κυπριακό λαό, ήταν φανερό πως ο ένοπλος αγώνας αποτελούσε μονόδρομο.

Έτσι, με την απελευθέρωση της Ελλάδας και την αποτροπή από μέρους του να καταλυθεί το δημοκρατικό πολίτευμα της από τους συμμορίτες, μετέβη μυστικά στην Κύπρο και ίδρυσε την Ε.Ο.Κ.Α, της οποίας ήταν και ο στρατιωτικός αρχηγός, με στόχο την εκδίωξη των Βρετανών από το νησί και την Ένωση της Κύπρου με τη μητέρα Ελλάδα. Οι επισκέψεις του στην Κύπρο, το 1951 και το 1952, ήταν η αρχή για να τεθούν τα θεμέλια για την έναρξη του εθνικού απελευθερωτικού αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. Στις 7 Μαρτίου 1953, στην Αθήνα, μαζί με τα άλλα 11 μέλη της Δωδεκαμελούς Επιτροπής, έδωσε τον όρκο για αγώνα απελευθέρωσης της Κύπρου, που είναι γνωστός ως ο «Όρκος των Δώδεκα».

Στις 10 Νοεμβρίου 1954, το ιστιοφόρο «Σειρήν», ύστερα από ένα περιπετειώδες ταξίδι έφτασε στην Κύπρο μεταφέροντας τον Γρίβα. Από τούτη τη στιγμή ο Γεώργιος Γρίβας ανέλαβε Αρχηγός της Ε.Ο.Κ.Α. Μια σπιθαμή γης, μια σταλιά τόπος με μια χούφτα παιδιών που μεγαλούργησαν, έχοντας απέναντι τους μια ολόκληρη αυτοκρατορία και τους έμπειρους και τέλεια εξοπλισμένους στρατιωτικούς της. «Μπορεί αυτοί να είχαν όπλα αλλά εμείς είμαστε Έλληνες και έχουμε ψυχή, το πιο δυνατό και ανίκητο όπλο». Με αυτή τη σκέψη, με την αγάπη τους για την πατρίδα και τον πόθο για Ένωση, ξεκίνησαν τα παιδία μαζί με τον αρχηγό τους τον Εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 55-59.

«Με την βοήθειαν του Θεού,
με πίστιν εις τον τίμιον αγώνα μας,
με τη συμπαράσταση ολοκλήρου του ελληνισμού
και με την βοήθειαν των Κυπρίων, αναλαμβάνομεν των αγώνα δια την αποτίναξιν του αγγλικού ζυγού,
με σύνθημα εκείνο το οποίον μας κατέλειπαν οι πρόγονοί μας:
Ή ταν, ή επί τας».

Ένας αγώνα ο οποίος αν και στρατιωτικά ήταν νικηφόρος από πλευράς μας, ατύχησε στην πολιτική του πτυχή, αφού οι πολιτικοί ηγέτες του Ελληνισμού εκείνης της περιόδου, όντας κατώτεροι των περιστάσεων έπεσαν στην παγίδα της αγγλικής διπλωματίας. Ανακήρυξαν την ανεξαρτησία της Κύπρου και αποδέχτηκαν το δοτό δικοινοτικό σύνταγμα του ’60, το οποίο είχε καταστροφικές συνέπειες για την Κύπρο. Με το πέρας του αγώνα ο Στρατηγός Διγενής αποχώρησε για την Αθήνα, όπου τον υποδέχθηκε πλήθος κόσμου, ενώ ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, Θεόκλητος, τον τίμησε με το χρυσό στεφάνι. Η Βουλή των Ελλήνων, με τον νόμο 3944 που δημοσιεύτηκε στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως Α 51, στις 20 Μαρτίου 1959, προήγαγε ομόφωνα τον Γεώργιο Γρίβα από αντισυνταγματάρχη σε αντιστράτηγο, του απένειμε ειδική σύνταξη, καθώς επίσης και τον τιμητικό τίτλο του «Άξιου Τέκνου της Πατρίδος».

Στις 12 Ιουνίου 1964, ο Διγενής έφθασε στην Κύπρο και ανέλαβε Αρχηγός της Ανωτάτης Στρατιωτικής Διοίκησης Αμύνης Κύπρου. Από τη θέση αυτή, κατέβαλε τεράστιες προσπάθειες, για να οργανώσει την Εθνική Φρουρά και να την καταστήσει μια υπολογίσιμη και αξιόμαχη δύναμη. Με τις προβοκατόρικες κινήσεις των Τούρκων το φθινόπωρο του 1967, η Ελληνική Μεραρχία αναγκάστηκε να αποχωρήσει από το νησί, μαζί με τον Διγενή, υπό την απειλή πολέμου. Με την αποχώρηση της Μεραρχίας, η Κύπρος απογυμνώθηκε αμυντικά, με αποτέλεσμα οι τουρκικοί σχεδιασμοί σε βάρος της, να μπορούν να υλοποιηθούν ευκολότερα. Ο Διγενής επέστρεψε στην Αθήνα και τέθηκε από την Χούντα υπό παρακολούθηση και περιορισμό στο σπίτι του στο Χαλάνδρι.

Οι κίνδυνοι για το μέλλον της Κύπρου ήταν εμφανείς. Η Χούντα, δια του Υπουργού Εξωτερικών Ξανθοπούλου – Παλαμά είχε διαβουλεύσεις με την Τουρκία στη Λισαβόνα τον Απρίλιο του 1971 και από τις πληροφορίες που υπήρχαν τότε, προδιαγραφόταν απαράδεκτη λύση για το Κυπριακό. Παράλληλα, οι σχέσεις των Κυβερνήσεων Ελλάδας και Κύπρου βρίσκονταν σε ένταση. Οι πληροφορίες αυτές ανησύχησαν τον Διγενή, ο οποίος ένιωσε την ανάγκη να αντιδράσει. Έτσι, την 1η Σεπτεμβρίου 1971, ο Διγενής έφθασε μυστικά στην Κύπρο, διαφεύγοντας από την επιτήρηση της Χούντας.

Στις 25 Μαρτίου 1972, είχε συνάντηση με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, στην οποία, σε πνεύμα κατανόησης, κατέληξαν σε κάποιες συμφωνίες. Δυστυχώς όμως, δεν προχώρησε η υλοποίηση των συμφωνηθέντων και τα γεγονότα οδήγησαν σε μια μετωπική σύγκρουση των δύο. Η Κύπρος μπήκε σε μια εμφύλια διαμάχη με πράξεις βίας, ανατινάξεις Αστυνομικών Σταθμών και αυτοκινήτων.

Μέσα σε αυτό το κλίμα ο Διγενής εξαντλημένος και ταλαιπωρημένος απεβίωσε στο κρησφύγετό του στη Λεμεσό, στις 27 Ιανουαρίου 1974, έξι μήνες πριν από τα γεγονότα του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής. Τάφηκε στην αυλή του σπιτιού, που ήταν το κρησφύγετό του. Στην κηδεία του Αρχηγού της Ε.Ο.Κ.Α. παρέστησαν χιλιάδες κόσμου. Η Βουλή των Αντιπροσώπων, σε ειδική συνεδρία της στις 31 Ιανουαρίου 1974, ανακήρυξε τον Διγενή «ΆξιονΤέκνον της Κύπρου διά τας εξαιρέτου υπηρεσίας τας οποίας προσέφερε προς την ιδιαιτέραν του Πατρίδα.»

Ήταν ένας άνθρωπος ανάμεσα στους πιο ιδεολόγους ενωτικούς, που παρόλες τις συκοφαντίες εναντίον του, οι αξίες και τα ιδανικά για τα οποία έζησε και πολέμησε, κατόρθωσε να υπάρχουν μέχρι και σήμερα. Είχε δείξει και αποδείξει, ενόσω ήταν εν ζωή, ότι δεν ήταν ένας τυχαίος στρατιωτικός, αλλά ένας απαράμιλλου σθένους σπουδαίος πατριώτης και μαχητής. Θα ζει πάντα στη μνήμη μας ως ο μοναδικός Αρχηγός και με σημαία μας τα λόγια του θα προχωράμε.

«Είναι καιρός να δείξωμεν εις τον κόσμον, ότι εάν η διεθνής διπλωματία είναι άδικος και εν πολλοίς άναδρος, η Eλληνική Κυπριακή ψυχή είναι γενναία. Εάν οι δυνάσται μας δεν θέλουν να αποδώσουν την λευτεριά μας, μπορούμε να την διεκδικήσωμεν με τα ίδια μας τα χέρια και με το αίμα μας. Ας δείξωμεν εις τον κόσμον ακόμη μίαν φοράν ότι και του σημερινού Έλληνα ο τράχηλος ζυγόν δεν υπομένει».

«Γρίβα Λεβέντη Διγενή κοιμήσου ξεκουράσου, η Ένωση εν να γενεί την θέλουν τα παιδιά σου».

Γραφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης