About Π.Ε.Ο.Φ. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΠΑΓΚΥΠΡΙΑ ΕΝΙΑΙΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΦΟΙΤΗΤΩΝ - Π.Ε.Ο.Φ.

Ανδρέας Δημητρίου-Μιχαλάκης Καραολής: «Τα Ελληνόπουλα»

Ο Ανδρέας Δημητρίου γεννήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1934 στο χωριό Άγιος Μάμας της Λεμεσού. Ήταν γόνος πάμφτωχης πολυμελούς οικογένειας, ένα από τα τρία παιδιά του Δημήτρη και της Ευδοκίας, ενώ είχε ακόμα δύο ετεροθαλή αδέλφια. Έχασε τον πατέρα του σε ηλικία 5 ετών. Αποφοίτησε από το δημοτικό σχολείο Αγίου Μάμαντος και ακολούθως φοίτησε για τρία χρόνια στο Νυκτερινό Γυμνάσιο Αμμοχώστου, από όπου και σταμάτησε για να πάει να δουλέψει σε κατάστημα εκρηκτικών υλών και κυνηγετικών ειδών. Επιπλέον, διετέλεσε και γραμματέας στον σύνδεσμο Αχθοφόρων της ΣΕΚ στην Αμμόχωστο.

Ο Μιχαλάκης Καραολής γεννήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 1933 στο Παλαιχώρι Λευκωσίας. Ήταν το τέταρτο από τα πέντε παιδιά του Σάββα και της Παναγιώτας και παρόλο που ήταν γόνος αγροτικής οικογένειας, έδειξε τον αγωνιστικό ζήλο που τον διακατείχε από μικρό, καταφέρνοντας να τελειώσει το Δημοτικό Παλαιχωρίου και να αποφοιτήσει με υποτροφία από την Αγγλική Σχολή Λευκωσίας. Με το που αποφοίτησε, διορίστηκε ως δημόσιος υπάλληλος στο Τμήμα του Φόρου Εισοδήματος, ενώ παράλληλα αθλούταν ως δρομέας μικρών αποστάσεων.

Εντάχθηκαν και οι δύο από τους πρώτους στην Ε.Ο.Κ.Α, πριν από την 1η Απριλίου 1955 και είχαν δράση σε πολλούς τομείς. Ο Καραολής εντάχθηκε στην ομάδα του Πολύκαρπου Γιωρκάτζιη και ήταν στο τμήμα Πληροφοριών της Οργάνωσης. Επιπλέον, έπαιρνε μέρος και σε βομβιστικές επιθέσεις. Ο Ανδρέας Δημητρίου ασχολήθηκε με την αρπαγή όπλων από τον Αγγλικό Στρατό εφοδιάζοντας έτσι την Ε.Ο.Κ.Α, που λόγω οικονομικής δυσκολίας τότε, τα μόνα όπλα που κατείχαν ήταν τα απλά κυνηγετικά που είχε ο καθένας σπίτι του. Στις αρχές Δεκεμβρίου το 1955, έκλεψε μαζί με την ομάδα του οπλισμό από στρατιωτικές αποθήκες στο λιμάνι αμέσως μετά την εκφόρτωσή τους και έλαβε τα εύσημα από τον Αρχηγό Διγενή.

Ο Ανδρέας Δημητρίου συνελήφθη στις 28 Νοεμβρίου 1955, όταν στην προσπάθεια του να διαφύγει μετά από παρακολούθηση του πράκτορα της «Intelligence Service» Σίντνει Τέιλορ, με σκοπό να τον εκτελέσει, αλλά τελικά τον τραυμάτισε, τον περικύκλωσαν οι Άγγλοι αστυνομικοί που τον φρουρούσαν, ζητώντας του να παραδοθεί. Αυτός παράτολμα και με σθένος αρνήθηκε και έστρεψε το όπλο του εναντίον τους, αλλά αυτό έπαθε εμπλοκή. Αυτοί τον πυροβόλησαν τραυματίζοντας τον για να τον μεταφέρουν στη συνέχεια στις Κεντρικές Φυλακές. Το δικαστήριο τον καταδίκασε σε θάνατο κυρίως επειδή δεν δέχτηκε να καταδώσει άλλους συναγωνιστές του.

Ο Μιχαλάκης Καραολής στις 28 Αυγούστου 1955, μαζί με τον Ανδρέα Παναγιώτου, δολοφόνησαν τον προδότη αστυνομικό Ηρόδοτο Πουλλή την ώρα που παρακολουθούσε μια συνάντηση του ΑΚΕΛ. Ο συναγωνιστής του κατάφερε να διαφύγει, ενώ ο Μιχαλάκης πιάστηκε σε ενέδρα των Άγγλων και συνελήφθη αμέσως. Παρότι η σφαίρα αποδείχτηκε πως ήταν από το όπλο του Παναγιώτου, το δικαστήριο τον καταδίκασε σε θάνατο στις 16 Οκτωβρίου 1955.

Πραγματοποιήθηκαν πολλές ενστάσεις στο δικαστήριο, αλλά η ποινή παρέμεινε η ίδια και ούτε και η βασίλισσα Ελισάβετ Β’ αποδέχτηκε να δώσει χάρη στα δύο αυτά νεαρά παιδιά και έτσι στις 10 Μαΐου 1956 απαγχονίστηκαν στις Κεντρικές Φυλακές. Ο απαγχονισμός των δύο αυτών νέων εξόργισε το παγκόσμιο στερέωμα και όπως ήταν λογικό ξεσήκωσε κύμα αντιδράσεων σε ολόκληρο τον Ελληνισμό. Στις 9 Μαΐου, μια ημέρα πριν δηλαδή, ξέσπασαν τεράστιες διαδηλώσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, που είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατο τεσσάρων διαδηλωτών και τον τραυματισμό πολλών άλλων.

Αξιοσημείωτη είναι και η στάση των δύο αγωνιστών μπροστά στην αγχόνη. Δεν λύγισαν ούτε το τελευταίο λεπτό μπροστά στον δήμιο. «Εμένα δεν πρέπει να με λυπάστε, αφού εγώ δεν βρίσκω λόγο για να με κλαίω, ούτε οι συγγενείς μου πρέπει να με κλαίνε», ήταν τα τελευταία λόγια του Μιχαλάκη. «Τα Ελληνόπουλα δεν ξέρουν μόνο πώς πρέπει να ζουν. Ξέρουν και πώς να πεθαίνουν». Ήταν τα τελευταία λόγια του Ανδρέα, δείχνοντας πως η ελληνική ψυχή δεν κάμπτεται και πως για τους Έλληνες, όταν τίθεται το ερώτημα αν πρέπει να πεθάνουν για την πατρίδα ή να ζήσουν απάτριδες δεν υπάρχει δίλημμα, ούτε και δισταγμός.

Ο Μιχαλάκης Καραολής και ο Ανδρέας Δημητρίου πέρασαν στο πάνθεο των Ηρώων μαζί με δεκάδες άλλα αδέλφια τους, συναγωνιστές τους, νεαρά παιδιά σαν αυτούς που μόνη τους έγνοια από το πρωί που ξυπνούσαν έως το βράδυ που θα κοιμόντουσαν ήταν πως θα λευτερωθεί η πατρίδα τους και πως θα ενώσουν τις ψυχές τους με τις ψυχές των υπολοίπων εκατομμυρίων Ελλήνων ανά τον κόσμο. Ο τάφος τους βρίσκεται στα «Φυλακισμένα Μνήματα», μαζί με τους υπόλοιπους απαγχονισθέντες και ακόμα τεσσάρων αγωνιστών της Ε.Ο.Κ.Α, μετατρέποντας το σημείο αυτό σε ιερό κοιμητήριο ηρώων, που μόνο τους μέλημα ήταν η Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.

Γραφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης

Αίμα στην Αθήνα για το Κυπριακό

Στις 9 Μαΐου 1956, χιλιάδες κόσμου συγκεντρώθηκαν στην Πλατεία Ομονοίας για να καταδικάσουν τα σκληρά μέτρα του Άγγλου κυβερνήτη Χάρντινγκ στην Κύπρο. Ο Μακάριος βρισκόταν εξόριστος στις Σεϋχέλλες, ο Εθνικοαπελευθερωτικός Αγώνας της Ε.Ο.Κ.Α στη Μεγαλόνησο συνεχιζόταν και την επομένη ήταν προγραμματισμένη από τις κατοχικές αρχές η εκτέλεση των αγωνιστών, Μιχαλάκη Καραολή και Ανδρέα Δημητρίου. Την Ελλάδα κυβερνούσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Το συλλαλητήριο διοργάνωσε η Πανελλήνια Επιτροπή Ενώσεως Κύπρου (ΠΕΕΚ) με ομιλητή τον πρόεδρό της, Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Δωρόθεο.

Οι διαδηλωτές ζητούσαν την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Μετά το πέρας του συλλαλητηρίου, οι συγκεντρωμένοι θέλησαν να οδεύσουν προς τη Βρετανική Πρεσβεία στο Κολωνάκι, παρά τις προτροπές του Προκαθημένου της Ελλαδικής Εκκλησίας να διαλυθούν. Πλησίον της Πλατείας Κλαυθμώνος, η Αστυνομία τους εμπόδισε με αποτέλεσμα να ξεσπάσουν ταραχές. Τα επεισόδια γενικεύτηκαν στο κέντρο της Αθήνας, με τα όργανα της τάξης να ανοίγουν πυρ κατά των διαδηλωτών.

Ο αστυνομικός διευθυντής Αριστείδης Παπαδόπουλος απομονώθηκε και κακοποιήθηκε από τους διαδηλωτές. Τραυματίστηκε σοβαρά και περιήλθε σε αφασία. Στην οδό Δραγατσανίου, λόγω του ότι είχαν στηθεί οδοφράγματα, η σύγκρουση ήταν ιδιαίτερα σφοδρή, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους τρεις διαδηλωτές: Ευάγγελος Γεροντής (28 ετών), Ιωάννης Κωνσταντόπουλος (21 ετών), Φραγκίσκος Νικολάου (23 ετών), καθώς και ο αστυφύλακας Κώστας Γιαννακούρης, που πέθανε στο νοσοκομείο. Στα νοσοκομεία μεταφέρθηκαν 265 τραυματίες, 165 από σφαίρες αστυνομικών και 100 με μώλωπες από χτυπήματα. Η κατάσταση γρήγορα εκτονώθηκε, αλλά ήταν σαφές ότι ο ελληνικός λαός απαιτούσε ενεργητικότερη εξωτερική πολιτική για το Κυπριακό.

Άλλωστε δεν ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό το συλλαλητήριο της Αθήνας. Στις αντίστοιχες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας που πραγματοποιήθηκαν στη Θεσσαλονίκη τραυματίστηκαν 118 πρόσωπα, από τα οποία οι 34 ήταν φοιτητές και μαθητές, και οι 84 χωροφύλακες και στρατιώτες, ενώ το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο ανέστειλε τη λειτουργία του για πέντε μέρες. Από τα τέλη του 1940, το ελληνικό φοιτητικό κίνημα ρίχτηκε σε τεράστιους αγώνες για την υποστήριξη του προαιώνιου πόθου των Ελλήνων της Κύπρου για Ένωση.

Τα πανεπιστήμια είχαν μετατραπεί σε προμαχώνες ακούραστης ηθικής προπαρασκευής για ένα αγώνα από τους φοιτητές, που τελικά άρχισε στην Κύπρο. Ειδικά το Ελληνικό φοιτητικό κίνημα της Θεσσαλονίκης αποτέλεσε τον πιο ένθερμο υποστηριχτή του αλύτρωτου πόθου. Σημαντικό ρόλο έπαιξε και ο ακούραστος αγώνας του Κυριακού Μάτση, ως φοιτητής της Γεωπονικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, που με τους φλογερούς του λόγους και ενημερώσεις ωθούσε τους φοιτητές να σταθούν δίπλα στους αδελφούς τους Κυπρίους. Πολλές φορές η Αγγλική πρεσβεία και προξενεία σε όλη την Ελλάδα αποτέλεσαν στόχους φοιτητών λόγω των βάρβαρων και απάνθρωπων μεθόδων που χρησιμοποιούσαν για την καταστολή και διάλυση της Ε.Ο.Κ.Α.

Δεν ήξεραν όμως ότι το πνεύμα του Αγώνα ήταν πολύ πιο δυνατό από ανθρώπινες ανάγκες για να μπορέσουν να το σταματήσουν. Ήταν ένας πόθος που πέρα από την ανθρώπινη φύση των αγωνιστών τους ώθησε στο να μεγαλουργήσουν και αυτό χάρη στο ότι ο Ελληνισμός ήταν ενωμένος πνευματικά.

Γραφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης

Μπόμπι Σάντς – Αγωνιστής για ένα καλύτερο αύριο

Ο Μπόμπι Σαντς γεννήθηκε στις 9 Μαρτίου 1954 στο Μπέλφαστ του κατεχόμενου βόρειου τμήματος της Ιρλανδίας. Ζούσε σε μια προτεσταντική εργατική συνοικία με την οικογένεια του, η οποία λόγω των κοινωνικών ανισοτήτων που επικρατούσαν ανάμεσα στους Δημοκράτες Καθολικούς και τους Προτεστάντες ήταν αναγκασμένη να κρατάει κρυφές τις Καθολικές της θρησκευτικές πεποιθήσεις. Ήταν το μεγαλύτερο από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειάς του. Ο ίδιος ήταν ένα φτωχό παλληκάρι που πίστευε ακράδαντα στα ιδανικά της Ελευθερίας και ήταν αντίθετος με την αποικιοκρατία και την κατοχή της πατρίδας του.

Όταν μαθεύτηκε το μυστικό της οικογένειάς του, ξεκίνησαν οι βιαιοπραγίες, οι επιθέσεις και οι «τραμπουκισμοί» εναντίον τους. Σε ηλικία 15 ετών, ο Μπόμπι παράτησε το σχολείο και έπιασε δουλειά σε εργοστάσιο κατασκευής εξαρτημάτων λεωφορείων. Οι συνάδελφοι του όμως, δεν ήθελαν να δουλεύουν πλάι-πλάι με ένα καθολικό και έτσι τον απειλούσαν καθημερινά. Το 1971 τον απείλησαν με όπλο συνάδελφοί του από ακραία προτεσταντική οργάνωση για να μην ξαναπατήσει το πόδι του στη δουλειά. Λίγο καιρό μετά, το 1972 το σπίτι του δέχτηκε επίθεση από προτεσταντικό όχλο, αναγκάζοντας την οικογένειά του να μετακομίσει σε μια καθολική συνοικία του Τουίνσμπρουκ. Τότε κατάλαβε ότι μόνο μια ένοπλη επανάσταση θα μπορούσε να δώσει τη λύτρωση των Ιρλανδών απέναντι στους αποικιοκράτες.

Ένα μήνα μετά, εντάχθηκε στον Προσωρινό IRA. Λίγο αργότερα, οι αρχές βρήκαν τέσσερα περίστροφα στην κατοχή του, με αποτέλεσμα να καταδικαστεί και να οδηγηθεί στις φυλακές Μειζ του Λονγκ Κες. Τότε, οι Ιρλανδοί επαναστάτες φυλακισμένοι ήταν υπό το ειδικό καθεστώς του πολιτικού κρατούμενου, κάτι που τους έδινε το δικαίωμα να μην φοράνε ρούχα της φυλακής, να μην συμμετέχουν στα καταναγκαστικά έργα της, να μπορούν άνετα να βρίσκονται με τους συγκρατούμενούς τους και να μπορούν να οργανώνουν εκπαιδευτικά προγράμματα.

Όταν αποφυλακίστηκε το 1976, εντάχθηκε κατευθείαν ξανά στον Ιρλανδικό Δημοκρατικό Στρατό. Παράλληλα, παντρεύτηκε και έκανε παιδί, ενώ αρθρογραφούσε σε τοπική δημοκρατική εφημερίδα με το όνομα «Μαρκέλλα» που ήταν το όνομα της αδελφής του. Η οικογένεια του έμενε σε περιοχή όπου ήταν κοντά στη «γραμμή» μεταξύ των Καθολικών και των Προτεσταντικών συνοικιών. Επίσης, ασχολήθηκε με τον Σύνδεσμο Ενοικιαστών και έπεισε τα ταξί της περιοχής του να μεταφέρουν κόσμο από τη μια πλευρά στην άλλη.

Έξι μήνες μετά την αποφυλάκισή του, πραγματοποιήθηκε βομβιστική επίθεση. Μετά την επίθεση και την ανταλλαγή πυρών με τις αρχές, βρέθηκε σε αυτοκίνητο με άλλους τρείς, με ένα ρεβόλβερ στην κατοχή του. Μολονότι αυτό ήταν το μόνο «αποδεικτικό στοιχείο» των αρχών, ο Μπόμπι Σαντς συνελήφθηκε. Παρότι ο ίδιος αμφισβήτησε το κύρος των αρχών και δεν απάντησε σε καμία ερώτηση, τον Σεπτέμβριο του 1977, καταδικάζεται σε δεκατέσσερα χρόνια φυλάκισης στις φυλακές Μέιζ, όπου κρατούνταν οι συναγωνιστές του επαναστάτες και ήταν γνωστές για τη βαναυσότητα των φρουρών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι από την 1η Μαρτίου 1976 είχε αρθεί το ειδικό καθεστώς των φυλακισμένων. Έτσι, ο Κιέραν Νάτζεντ είχε ξεκινήσει τη «διαμαρτυρία της κουβέρτας», όπου οι φυλακισμένοι αρνούνταν να φορέσουν στολή της φυλακής και τυλίγονταν με τις κουβέρτες, έμειναν γνωστοί ως «blanket-men».

Ο «γελαστός Μπόμπι» είχε περάσει τις πρώτες 22 μέρες στη φυλακή γυμνός στην απομόνωση, πραγματοποιώντας για δεκαπέντε μέρες τη «διαμαρτυρία της δίαιτας», όπου έτρωγε κάθε τρεις μέρες μόνο ψωμί και νερό. Το 1978, όταν κατάλαβαν οι φυλακισμένοι ότι δεν κέρδιζαν τα δικαιώματά τους, ξεκίνησαν τη «βρώμικη διαμαρτυρία», όπου έμεναν άπλυτοι και γέμιζαν τους τοίχους με τα περιττώματα τους και πετούσαν τα ούρα τους στους διαδρόμους. Ανά τακτά χρονικά διαστήματα, οι φρουροί τους έβγαζαν και τους έπλεναν με τη βία.

Το 1980, ξεκίνησε η πρώτη απεργία πείνας στην οποία συμμετείχαν μόνο επτά σημαίνοντα στελέχη του IRA που βρίσκονταν στις φυλακές, αλλά σταμάτησε 53 μέρες αργότερα, μετά από τέχνασμα της Βρετανίδας πρωθυπουργού Μάργκαρετ Θάτσερ, που ξεγέλασε τον διοικητή των φυλακισμένων, Μπρένταν Χιουζ, ότι θα δεχόταν τα αιτήματα των κρατουμένων και θα επανέφερε το ειδικό καθεστώς των πολιτικών κρατουμένων. Μετά το τέλος της, ο Μπόμπι Σαντς εκλέγεται διοικητής των φυλακισμένων στις φυλακές του Μέιζ, στην πτέρυγα H-Block. Την 1η Μαρτίου, ξεκινά την δεύτερη απεργία πείνας ο ίδιος και είπε στους συναγωνιστές του να ξεκινήσει ο δεύτερος μετά από κάποιο χρονικό διάστημα. Η Μάργκαρετ Θάτσερ, πλέον, απέρριπτε δημόσια τον όποιο συμβιβασμό με τους «τρομοκράτες» όπως τους χαρακτήριζε. Ο Μπόμπι όμως, είχε ήδη τεράστια προβολή, αφού ο λαός είχε ευαισθητοποιηθεί. Υπήρχαν καθημερινές διαμαρτυρίες και πορείες υπέρ των αγωνιστών και των σκοπών τους.

Λίγες μέρες μετά την κήρυξη της απεργίας πείνας, πεθαίνει από καρδιακή προσβολή ο βουλευτής, Φρέντι Μαγκουάιαρ. Ο IRA καταλαβαίνει ότι πρέπει να προβληθεί ακόμα περισσότερο ο αγώνας των κρατουμένων και έτσι πείθεται ο Μπόμπι Σαντς να κατέλθει στις εκλογές με το κίνημα Anti H-Block. Την 9η Απριλίου 1981, ο «γελαστός Μπόμπι», κέρδισε τις εκλογές και έγινε βουλευτής, γεγονός που ενδυνάμωσε ακόμα περισσότερο τον αγώνα των Ιρλανδών επαναστατών. Εν τούτοις, η αδίστακτη Μάργκαρετ Θάτσερ δεν πείθεται για το δίκαιο του αγώνα τους και εμμένει στις θέσεις της ότι δεν πρέπει να συμβιβαστεί με τους Ιρλανδούς αγωνιστές. Ο Μπόμπι Σαντς ήξερε. Καταλάβαινε ότι μόνο αν είχε πτώματα και αίμα στα χέρια της υπήρχε περίπτωση να αλλάξει τη στάση της και έτσι ήταν αποφασισμένος να φτάσει μέχρι τέλους τον αγώνα του. Στις 5 Μαΐου 1981, το γελαστό παιδί του IRA αφήνει την τελευταία του πνοή μετά από 66 μέρες απεργίας πείνας. «Κάποιος θα πρέπει να γράψει ένα ποίημα για τα βάσανα των απεργών πείνας. Θα’ θελα να το γράψω εγώ, αλλά πώς να το τελειώσω;». Έγραφε στο ημερολόγιο του. Εννέα ακόμα συναγωνιστές του έχασαν τη ζωή τους μετά από αυτών, αλλά η Θάτσερ δεν πείστηκε ποτέ, καθώς αναγνώρισε κάποια από τα αιτήματά τους, αλλά δεν τους χαρακτήρισε ποτέ πολιτικούς κρατούμενους.

Ο Μπόμπι Σαντς αποτελεί σύμβολο για κάθε σκλάβο, για κάθε αγωνιστή της Ελευθερίας που παλεύει για ένα καλύτερο κόσμο. Αποτελεί σύμβολο αγώνα ενάντια στην καταπίεση και τον εξευτελισμό της ανθρώπινης ύπαρξης. Μια πράξη αυτοθυσίας που αγωνίστηκε για το δίκαιο του τόπου του. Όχι, ο Μπόμπι Σαντς δεν ήταν ένας τρομοκράτης. Ήταν ένας ήρωας πολέμου, που έδωσε τη ζωή του για να υπενθυμίσει σε όλους εμάς ότι η Ελευθερία είναι ένα αγαθό που κόποις κτάται.

Γραφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης

Απολογισμός της αποστολής της Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης στο Καστελλόριζο 2024

Η φετινή αποστολή μας στο ακριτικό Καστελλόριζο ήταν η τρίτη στη σειρά αποστολή της Παγκύπριας Ενιαίας Οργάνωσης Φοιτητών Θεσσαλονίκης στο νησί. Η αποστολή ξεκίνησε την Τετάρτη, 17 Απριλίου 2024 και ολοκληρώθηκε την Παρασκευή, 26 Απριλίου 2024. Πραγματοποιήθηκε με σκοπό τη σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ Κύπρου και Καστελλορίζου, την ανάδειξη της ελληνικότητάς τους και την προσφορά υλικής και πνευματικής βοήθειας προς το νησί και τους κατοίκους του.

Φέτος, η συνεργασία μας με φορείς και φυσικά πρόσωπα του νησιού ήταν πιο ευνοϊκή και αποτελεσματική, αφού τέθηκαν από πέρσι τα θεμέλια για την καλύτερη επικοινωνία μας. Αποτέλεσμα ήταν να δεχτούμε μια εγκάρδια φιλοξενία και υποδοχή με την άφιξή μας και να  καταφέρουμε να πραγματοποιήσουμε περισσότερες και ουσιαστικότερες δράσεις.

Οι επαφές με τα σχολεία του νησιού ήταν από τις πιο σημαντικές δράσεις. Αρχικά, παραδώσαμε βιβλία, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν στη σχολική βιβλιοθήκη και εξοπλισμό πρώτων βοηθειών για το φαρμακείο του σχολείου, ύστερα από ενημέρωση που είχαμε από τη διεύθυνση για τις ανάγκες του σχολείου. Μία εκ των σπουδαιότερων δράσεων ήταν η παρουσίαση στα σχολεία του επετειακού βιβλίου «Κύπρος Σημαίνει Ρωμιοσύνη», το οποίο αφορά τη συμβολή των Κυπρίων στην Ελληνική Επανάσταση του 1821. Το εν λόγω βιβλίο είχε εκδοθεί από την Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης το 2021, με αφορμή τη διακοσιοστή επέτειο από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης και επανεκδόθηκε φέτος με σκοπό να διανεμηθεί στους μαθητές και τους καθηγητές κατά τη διάρκεια της φετινής αποστολής στο Καστελλόριζο. Η επικοινωνία με τους εκπαιδευτικούς του Νηπιαγωγείου, του Δημοτικού, καθώς και του Γυμνασίου-Λυκείου ήταν εξίσου παραγωγική, εφόσον ενημερωθήκαμε από ανθρώπους που βιώνουν την καθημερινότητα στο ακριτικό νησί και για τα προβλήματα και τις ελλείψεις που αντιμετωπίζουν σε σχέση με τη διεξαγωγή της διδασκαλίας, βοηθώντας μας έτσι να κατανοήσουμε καλύτερα την όλη κατάσταση.

Σημαντική ήταν ταυτόχρονα, η δραστηριοποίησή μας σε συνεργασία με το Λύκειον των Ελληνίδων του Καστελλορίζου, στο πλαίσιο της οποίας γνωρίσαμε την παράδοση των Καστελλοριζιών, ενώ παράλληλα ήρθαμε σε αμεσότερη επαφή με τα παιδιά. Μαζί τους ζωγραφίσαμε σε ένα μεγάλο πανί το σχήμα των δύο νησιών, Κύπρου και Καστελλορίζου, και το αρχαίο καράβι της Κερύνειας να ταξιδεύει ανάμεσά τους. Παράλληλα, παίξαμε με τα παιδιά παραδοσιακά κυπριακά παιχνίδια, ενώ συμμετείχαμε σε άλλα μαθήματα που προσφέρει το Λύκειο. Επίσης, συνδιοργανώσαμε εκδήλωση με παραδοσιακούς χορούς και με το πέρας της εκδήλωσης ανταλλάξαμε δώρα με το Διοικητικό Συμβούλιο του Λυκείου Ελληνίδων και ακολούθως χορέψαμε όλοι μαζί χορούς από όλη την Ελλάδα. Όλα αυτά έγιναν στο πλαίσιο της ανάδειξης της σημασίας της ενασχόλησης με τον πολιτισμό, της σύσφιξης των σχέσεων των δύο νησιών και της υπογράμμισης της ελληνικότητάς τους, κάτι που έγινε αντιληπτό και από τα παιδιά και τους υπόλοιπους θεατές.

Έπειτα, καθ’ όλη τη διάρκεια της διαμονής μας, έγιναν συναντήσεις με τον κύριο Πανταζή Χούλη, κατά τις οποίες έγινε ξενάγηση στο δικό του Μουσείο Γρίφων, το οποίο είναι το μοναδικό στην Ελλάδα και πεζοπορίες στα απότομα βουνά του νησιού. Παράλληλα, έγιναν επισκέψεις στο εγκαταλελειμμένο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου του Βουνού, όπου βρίσκονται η κατακόμβη του Αγίου Χαράλαμπου και το μουσείο που στεγάζεται στους χώρους των ερειπωμένων κελιών του και στο εξωκλήσι του Αγίου Στεφάνου. Επίσης, επισκεφτήκαμε το Κάστρο των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη και τον μοναδικό λυκιακό τάφο που σώζεται μέχρι και σήμερα στην Ελλάδα. Επιπλέον, μεταβήκαμε στο ιστορικό Παλαιόκαστρο και ανακαλύψαμε αρχαίους θησαυρούς, όπως μυκηναϊκούς οικισμούς, τείχη, τάφους και πατητήρια για την παραγωγή κρασιού και λαδιού, ενώ απολαύσαμε τον φυσικό πλούτο και την όμορφη θέα προς τα μικρασιατικά παράλια.

Υπήρξαν, ακόμη, επαφές με τον διοικητή της Διοίκησης Άμυνας Νήσου (ΔΑΝ) Μεγίστης, Συνταγματάρχη Ηλία Τσιρογιάννη και έπειτα, με τον Δήμαρχο Μεγίστης, Νικόλαο Ασβέστη. Σημειώνεται ότι, σε συνεννόηση με τον Δήμαρχο Μεγίστης, προχωρήσαμε σε καθαρισμό του προαύλιου χώρου της Σαντράπειας Σχολής και της εκκλησίας των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.

Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι έγιναν καταθέσεις στεφάνων στον χώρο του ηρώου του Αγνώστου Στρατιώτη του Καστελλορίζου και στην προτομή της «Κυράς της Ρω», της Δέσποινας Αχλαδιώτη, ήταν μεγάλη τιμή. Φέτος, δυστυχώς, δεν ήταν δυνατή η επίσκεψή μας στην ηρωική Ρω, λόγω καιρού.

Όλες οι δράσεις μας έγιναν στο πλαίσιο της υπογράμμισης της ενίσχυσης των σχέσεών μας με το Καστελλόριζο, εφόσον το ελλαδικό κράτος με την προδοτική στάση της περιθωριοποίησης του Καστελλορίζου, πόσο μάλλον της επανειλημμένης αγνόησης ακόμα και της ύπαρξής του εντός των συνόρων του, κατάφεραν μόνο να μειώσουν τον πληθυσμό του ακριτικού νησιού και να αυξήσουν την έπαρση των Τούρκων που το διεκδικούν φανερά και με επιθετικότητα. Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα αγνοεί τη γεωστρατηγική σημασία του νησιού και το γεγονός ότι εξασφαλίζει την ενοποίηση των ΑΟΖ Ελλάδος-Κύπρου. Συνεπώς, με την αξιοποίηση της σύνδεσης αυτής και του τόξου που σχηματίζει, μπορεί να περιοριστεί στο μέλλον ολοκληρωτικά η διέλευση της Τουρκίας στη Μεσόγειο.

Επομένως, έχουμε χρέος όλοι μας, να διαφυλάσσουμε την ακεραιότητα του Καστελλορίζου και να αγωνιστούμε για την ενίσχυση των επαφών του με τη δική μας ιδιαίτερη πατρίδα, την Κύπρο, έτσι ώστε οι κάτοικοί του να αντιληφθούν την αξία του τόπου τους για την Ελλάδα και να πάρουν κουράγιο για να συνεχίσουν να κρατούν Θερμοπύλες. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο Ελληνισμός δεν τελειώνει ούτε στη Ρόδο, ούτε στο Καστελλόριζο, αλλά στον Απόστολο Ανδρέα, στο δικό μας Ριζοκάρπασο. Το μήνυμά μας, λοιπόν, είναι ένα, πως η Κύπρος και το Καστελλόριζο είναι Ελλάδα και προκειμένου να διαφυλαχτεί η ταυτότητα και η κυριαρχία τους και να μπορέσουν να αντισταθούν στον αδίστακτο Τούρκο, χρειάζονται το ένα το άλλο.

Γραφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης

Easter Rising

Στις 24 Απριλίου 1916, ανήμερα της Μεγάλης Δευτέρας των καθολικών, ξεσπά η πρώτη καταγεγραμμένη εξέγερση των Ιρλανδών κατά της Βρετανικής Αποικιοκρατίας. Η εξέγερση έμεινε γνωστή στην ιστορία ως Εξέγερση του Πάσχα (Easter Rising). Ο Ιρλανδός ηγέτης του Σοσιαλιστικού Κινήματος της Ιρλανδίας, ηγέτης του Ιρλανδικού Στρατού των Πολιτών (Irish Citizens Army) James Connoly, ήταν ο στρατιωτικός ηγέτης της Επανάστασης και έμεινε στην ιστορία ως ένας από τους μεγαλύτερους Ήρωες της Ιρλανδικής ιστορίας. Το Easter Rising κράτησε για 6 μόλις μέρες, αφού λόγω έλλειψης οπλισμού και των υπεράριθμων βρετανικών δυνάμεων αναγκάστηκαν να παραδοθούν στις 29 Απριλίου 1916 στις Βρετανικές κατοχικές δυνάμεις. Σκοποί του Κινήματος ήταν απλοί και αγνοί. Ζήτησαν το αναφαίρετο δικαίωμα των λαών στην Αυτοδιάθεση, αφού ήθελαν μια ενωμένη Ιρλανδία που δεν θα είναι κάτω από τη κατοχή του Ηνωμένου Βασιλείου.

Το κίνημα, προτού ξεκινήσει τη δράση του, ζήτησε βοήθεια από τη Γερμανία. Αυτή αποδέχτηκε να στείλει ένα πλοίο γεμάτο με όπλα και εκρηκτικές ύλες, κυρίως για να κτυπήσει το Ηνωμένο Βασίλειο, αφού βρίσκονταν στα μέσα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το πλοίο όμως πιάστηκε στις 22 Απριλίου από τις Βρετανικές Αρχές, δύο μέρες πριν την έναρξη του Αγώνα των Ιρλανδών και τα όπλα κατασχέθηκαν. Οι ηγέτες του κινήματος αποφάσισαν να προχωρήσουν στην έναρξη του Εθνικοαπελευθερωτικού τους Αγώνα παρ’ όλες τις δυσκολίες που τους προέκυψαν. Μπορεί να γνώριζαν πως θα ήταν πολύ δύσκολες οι συνθήκες, αφού θα πάλευαν με λιγοστά όπλα, όμως είχαν για σύμμαχο την αστείρευτη θέληση τους για Ελευθερία.

Με μόλις δύο χιλιάδες άτομα περίπου από την παραστρατιωτική οργάνωση Ιρλανδική Δημοκρατική Αδελφότητα, μέλη των Ιρλανδών Εθελοντών, από τον Ιρλανδικό Στρατό των Πολιτών και από την Cumann na mBan, που ήταν Ιρλανδική γυναικεία παραστρατιωτική οργάνωση, ξεκίνησαν αυτό το πολύ δύσκολο έργο που τους ανατέθηκε. Ο Αγώνας ξεκίνησε στο Δουβλίνο και αρχικός στόχος ήταν η κατάληψη σημαντικών κτηρίων με σκοπό την αποκοπή βοήθειας από τη Βρετανία.

Αρχικά, κατέλαβαν το Γενικό Ταχυδρομείο στο οποίο ανέγειραν δύο Ιρλανδικές σημαίες της Δημοκρατίας και ακολούθως ο Ιρλανδός πολιτικός Patrick Pearse, αναφώνησε τη Διακήρυξη της Ιρλανδικής Δημοκρατίας, στην οποία αποκαλούνταν ως «Προσωρινή Κυβέρνηση της Ιρλανδικής Δημοκρατίας», όνομα από το οποίο προέκυψε αργότερα ο «Προσωρινός Ιρλανδικός Δημοκρατικός Στρατός». Επίσης, προκηρύξεις κολλήθηκαν στους τοίχους, ενώ μοιράζονταν και στον κόσμο από μικρά παιδιά, νεολαία των Ιρλανδών Εθελοντών.

Έγινε μια προσπάθεια να καταλάβουν το Κάστρο του Δουβλίνου και εκεί έπεσε ένας Βρετανός αστυνομικός, που προσπάθησε να τους σταματήσει. Ήταν επίσημα ο πρώτος νεκρός της Επανάστασης. Οι Επαναστάτες ήταν πολύ περισσότεροι από τους φρουρούς του κάστρου, αλλά μετά από αναληθείς πληροφορίες πως το κάστρο ήταν βαριά φρουρούμενο και μετά από μερικούς πυροβολισμούς που έπεσαν, οι Επαναστάτες εγκατέλειψαν γρήγορα το σχέδιο κατάληψης του κάστρου, καθώς λανθασμένα θεώρησαν πως δεν μπορούσαν να το καταλάβουν και επέστρεψαν στο Δημαρχείο της πόλης που είχαν ήδη καταλάβει.

Λόγω του ότι δεν κατέλαβαν όλα τα κύρια λιμάνια και σιδηροδρομικούς σταθμούς της πόλης, η τελική κάθοδος των Βρετανών ήταν αναπόφευκτη. Έτσι, την Τρίτη 26 Απριλίου διατάχθηκε στρατιωτικός νόμος στην Ιρλανδία από τον «Άρχοντα» της Ιρλανδίας και κατέφθασε στην πόλη ο Ταξίαρχος William Lowe με μόλις 1269 στρατιώτες, θεωρώντας πως η καταστολή της Επανάστασης θα ήταν πολύ εύκολη. Μια ομάδα Βρετανών κατέλαβε δύο ψηλές πολυκατοικίες δίπλα από μία στρατηγικής σημασίας περιοχή του Δουβλίνου και με αυτόματα όπλα και βαρύ πυροβολικό έπιασε απροετοίμαστους τους Ιρλανδούς, οι οποίοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας πέρασε ο Patrick Pearse με μικρή συνοδεία και μίλησε σε ένα μεγάλο πλήθος λαού καλώντας τους να στηρίξουν την Επανάσταση.

Την Τετάρτη το απόγευμα, οι Βρετανοί συνέλαβαν διάφορους Ιρλανδούς λόγιους της εποχής που προσπάθησαν να σταματήσουν τον πόλεμο και το επόμενο πρωί, τους εκτέλεσαν χωρίς προφανή λόγο. Την Πέμπτη κτυπήθηκε στο γόνατο ο James Connoly, αλλά με τεράστια ανδρεία αποφάσισε να συνεχίσει να ηγείται, μη μπορώντας να περπατήσει. Την Παρασκευή, κατέφθασε ο Βρετανός Στρατηγός John Maxwell με 16 χιλιάδες στρατεύματα και ξεκίνησε να βομβαρδίζει παντού το Δουβλίνο, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν πολλοί Επαναστάτες αλλά και άμαχοι, με τους πρώτους να υποχωρούν σε ένα από τα τελευταία στρατηγικά οχυρά τους. Κατά την υποχώρηση, σκοτώθηκε ο The’ ORahilly, ο μοναδικός Ιρλανδός ηγέτης που σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια της Επανάστασης.

Το Σάββατο, ενώ οι Επαναστάτες ετοίμαζαν έξοδο με πυρά για να καταλάβουν καινούρια θέση, ο Patrick Pearse αποφάσισε πως το μόνο που θα κατάφερνε ήταν να σκοτωθούν περισσότεροι απλοί πολίτες και αποφάσισε μαζί με τους υπόλοιπους αρχηγούς να παραδοθούν χωρίς όρους. Το κείμενο παράδοσης έλεγε: «Με σκοπό να αποτρέψουμε την περαιτέρω σφαγή των κατοίκων του Δουβλίνου και την ελπίδα να σώσουμε τη ζωή των πιστών ακόλουθων μας, τώρα ανέλπιδοι και περικυκλωμένοι, τα μέλη της Προσωρινής Κυβέρνησης, αποφάσισαν την χωρίς όρους παράδοση για να σταματήσουν οι εχθροπραξίες». Αμέσως μετά την παράδοση, ο John Maxwell διορίστηκε προσωρινά Κυβερνήτης της Ιρλανδίας και μια σειρά από συλλήψεις και εκτελέσεις μόλις είχαν ξεκινήσει με διαταγές του ιδίου.

Μέσα σε 10 μέρες είχαν εκτελεστεί 14 ηγέτες του Κινήματος στη στρατιωτική φυλακή Kilmainham Gaol, με πρώτο τον προσωρινό ηγέτη της Ιρλανδίας, Patrick Pearse και τελευταίο τον στρατιωτικό αρχηγό του Κινήματος, James Connoly, στις 12 Μαΐου 1916 που εκτελέστηκε ενώ ήταν ανήμπορος να περπατήσει. Οι μόνοι ηγέτες που τους χαρίστηκε η ζωή ήταν η Constance Markievicz, αρχηγός της Cumann na mBan, που ζήτησε η ίδια να φυλακιστεί μαζί με τους συναγωνιστές της και της χαρίστηκαν επειδή ήταν γυναίκα και ο Eamon De Valera, που έζησε λόγω της Αμερικανικής του υπηκοότητας.

Η θυσία αυτών των ανθρώπων δεν έγινε χωρίς λόγο. Ήταν η μαγιά που μπόλιασε το αίμα των Ιρλανδών για να τους υπενθυμίσει πως είναι υπό κατοχή. Η Ελευθερία είναι ένα ιδανικό που δεν μπορεί να ληφθεί χωρίς Αγώνες. Οι Ήρωες αυτοί, ανακηρύχτηκαν μάρτυρες από το, μετέπειτα Ελεύθερο Ιρλανδικό Κράτος. Αν δεν αποφάσιζαν αυτοί οι νέοι άνθρωποι, εκείνη τη Δευτέρα του Πάσχα να επαναστατήσουν, απέναντι στην τεράστια Βρετανική Αυτοκρατορία, η Ιρλανδική Δημοκρατία πολύ πιθανόν να μην υπήρχε ποτέ. Το Easter Rising θεωρείται πρόδρομος του Ιρλανδικού Αγώνα για Ανεξαρτησία που ξεκίνησε στις 21 Ιανουαρίου 1919, τρία σχεδόν χρόνια μετά.

Εμείς, ως νέοι με βαθιά ριζωμένα μέσα μας τα ιδανικά της Ελευθερίας και με συμπόνια για όλους τους λαούς που δεινοπαθούν, επιζητώντας το δικαίωμα της Αυτοδιάθεσης, τιμούμε τους ήρωες που πέθαναν με σκοπό να δουν την πατρίδα τους ελεύθερη. Από τον βρετανικό ζυγό υποφέραμε και εμείς και ακόμα υποφέρουμε. Οι εκτελέσεις, οι δολοφονίες απλών πολιτών, τα βασανιστήρια είναι βαρβαρότητες γνώριμες στον Ελληνισμό της Κύπρου. Οπότε, εμείς οφείλουμε να σεβόμαστε όσους έπεσαν για την Ελευθερία της πατρίδας τους και για να αντιμετωπίσουν την καταπίεση που επιδέχονταν από τους Βρετανούς.

«Οι άνθρωποι πεθαίνουν, οι Ιδέες ποτέ.»

Γραφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ Θεσσαλονίκης